Το «πράσινο φως» για την άρση της ανωνυμίας των bloggers όταν αναρτούν υβριστικά, δυσφημιστικά, απειλητικά ή εκβιαστικά δημοσιεύματα ή φωτογραφίες παιδικής πορνογραφίας άναψε ο Άρειος Πάγος.
Το τέλος της ανωνυμίας των bloggers που είχε βάλει το 2009 ο τότε εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Γεώργιος Σανιδάς και επικύρωσε εν συνεχεία ο σημερινός εισαγγελέας, Ιωάννης Τέντες επαναλαμβάνει με νέα γνωμοδότησή του ο αντεισαγγελέας του Ανωτάτου Δικαστηρίου Αθανάσιος Κατσιρώδης.
Το ζήτημα ανακινήθηκε μετά από νέο ερώτημα του Τμήματος Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και ο κ. Κατσιρώδης υιοθετεί τις αποφάσεις των κ.κ. Σανιδά και Τέντε.
Ο κ. Σανιδάς στη γνωμοδότησή του (9/2009) ανέφερε μεταξύ των άλλων ότι τα blogs στο Ιnternet δεν καταλαμβάνονται από το συνταγματικό απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης και επικοινωνίας, που κατοχυρώνονται από το άρθρο 19 του Συντάγματος, ενώ ούτε για την άρση του απορρήτου πρέπει να έχει προηγηθεί άδεια της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου (ΑΔΑΕ) ή οποιασδήποτε άλλης Αρχής.
Με τη γνωμοδότηση Σανιδά, αίρεται το απόρρητο των στοιχείων όσων μέσα από τα blogs αναρτούν υβριστικά, απειλητικά ή εκβιαστικά δημοσιεύματα ή φωτογραφίες παιδικής πορνογραφίας ή διαπράττουν εν γένει εγκλήματα. Επίσης, το απόρρητο των επικοινωνιών δεν καλύπτει την επικοινωνία μέσω Ιnternet, αλλά ούτε και τα άλλα εξωτερικά στοιχεία της επικοινωνίας, όπως είναι ονοματεπώνυμο συνδρομητή, αριθμοί τηλεφώνων, χρόνος και τόπος κλήσεως κ.λπ.
Παράλληλα, σύμφωνα με τον κ. Σανιδά, οι εισαγγελικές, ανακριτικές και προανακριτικές αρχές και πολύ περισσότερο τα Δικαστικά Συμβούλια και τα δικαστήρια, δικαιούνται να ζητούν από τους παρόχους των υπηρεσιών επικοινωνίας μέσω του Ιnternet τα «ηλεκτρονικά ίχνη» μιας εγκληματικής πράξεως, όπως είναι η ημέρα-χρονολογία και τα στοιχεία του προσώπου στο οποίο αντιστοιχεί το «ηλεκτρονικό ίχνος». Μάλιστα, οι εταιρείες υποχρεούνται να παραδίδουν τα στοιχεία χωρίς να προηγείται άδεια της ΑΔΑΕ.
Σημείωνε ακόμη ότι η ΑΔΑΕ και οποιαδήποτε άλλη Ανεξάρτητη Αρχή «ούτε νομιμοποιείται ούτε δικαιούται να ελέγξει με οποιονδήποτε τρόπο, αμέσως ή εμμέσως, το εάν η περί άρσεως ή μη του απορρήτου απόφαση των οργάνων της Δικαιοσύνης είναι σύννομη ή όχι». Μόνα αρμόδια να το κρίνουν αυτό είναι τα ίδια τα όργανα της Δικαιοσύνης, κατέληγε η πρώτη αυτή γνωμοδότηση του τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Η γνωμοδότηση Σανιδά είχε προκαλέσει, τότε, την αντίδραση της ΑΔΑΕ (η οποία απέστειλε και ερώτημα στον Ι. Τέντε), όπως και την αντίδραση του τότε προέδρου της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, Χρ. Γεραρή.
Όμως στη γνωμοδότησή του, ο κ. Τέντες επανέλαβε τις θέσεις του προκατόχου του. Υπογράμμιζε μεταξύ των άλλων ότι για την επικοινωνία μέσω Internet «δεν συντρέχει δικαιολογητικός λόγος προστασίας του απορρήτου» στις περιπτώσεις που αναρτούν υβριστικά, απειλητικά ή εκβιαστικά δημοσιεύματα.
Στην τρίτη κατά σειρά γνωμοδότηση, ο κ. Κατσιρώδης, τονίζει ότι οι δύο γνωμοδοτήσεις του κ. Σανιδά και του κ. Τέντε καταλήγουν συμπερασματικά ότι «οι αρμόδιες δικαστικές αρχές (εισαγγελικές, προανακριτικές, ανακριτικές κ.τ.λ.) μπορούν να ζητούν από τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να τους γνωρίσουν τα στοιχεία εντοπισμού των προσώπων που τελούν διάφορα εγκλήματα (εκβίαση, δυσφήμηση, απειλή, εξύβριση κ.τ.λ.) με κακόβουλες κλήσεις ή μηνύματα ή μέσω Διαδικτύου, χωρίς να τηρούν την προβλεπόμενη διαδικασία άρσεως του απορρήτου».
Το ζήτημα ανακινήθηκε μετά από νέο ερώτημα του Τμήματος Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος και ο κ. Κατσιρώδης υιοθετεί τις αποφάσεις των κ.κ. Σανιδά και Τέντε.
Ο κ. Σανιδάς στη γνωμοδότησή του (9/2009) ανέφερε μεταξύ των άλλων ότι τα blogs στο Ιnternet δεν καταλαμβάνονται από το συνταγματικό απόρρητο των επιστολών και της ελεύθερης ανταπόκρισης και επικοινωνίας, που κατοχυρώνονται από το άρθρο 19 του Συντάγματος, ενώ ούτε για την άρση του απορρήτου πρέπει να έχει προηγηθεί άδεια της Αρχής Διασφάλισης του Απορρήτου (ΑΔΑΕ) ή οποιασδήποτε άλλης Αρχής.
Με τη γνωμοδότηση Σανιδά, αίρεται το απόρρητο των στοιχείων όσων μέσα από τα blogs αναρτούν υβριστικά, απειλητικά ή εκβιαστικά δημοσιεύματα ή φωτογραφίες παιδικής πορνογραφίας ή διαπράττουν εν γένει εγκλήματα. Επίσης, το απόρρητο των επικοινωνιών δεν καλύπτει την επικοινωνία μέσω Ιnternet, αλλά ούτε και τα άλλα εξωτερικά στοιχεία της επικοινωνίας, όπως είναι ονοματεπώνυμο συνδρομητή, αριθμοί τηλεφώνων, χρόνος και τόπος κλήσεως κ.λπ.
Παράλληλα, σύμφωνα με τον κ. Σανιδά, οι εισαγγελικές, ανακριτικές και προανακριτικές αρχές και πολύ περισσότερο τα Δικαστικά Συμβούλια και τα δικαστήρια, δικαιούνται να ζητούν από τους παρόχους των υπηρεσιών επικοινωνίας μέσω του Ιnternet τα «ηλεκτρονικά ίχνη» μιας εγκληματικής πράξεως, όπως είναι η ημέρα-χρονολογία και τα στοιχεία του προσώπου στο οποίο αντιστοιχεί το «ηλεκτρονικό ίχνος». Μάλιστα, οι εταιρείες υποχρεούνται να παραδίδουν τα στοιχεία χωρίς να προηγείται άδεια της ΑΔΑΕ.
Σημείωνε ακόμη ότι η ΑΔΑΕ και οποιαδήποτε άλλη Ανεξάρτητη Αρχή «ούτε νομιμοποιείται ούτε δικαιούται να ελέγξει με οποιονδήποτε τρόπο, αμέσως ή εμμέσως, το εάν η περί άρσεως ή μη του απορρήτου απόφαση των οργάνων της Δικαιοσύνης είναι σύννομη ή όχι». Μόνα αρμόδια να το κρίνουν αυτό είναι τα ίδια τα όργανα της Δικαιοσύνης, κατέληγε η πρώτη αυτή γνωμοδότηση του τότε εισαγγελέα του Αρείου Πάγου.
Η γνωμοδότηση Σανιδά είχε προκαλέσει, τότε, την αντίδραση της ΑΔΑΕ (η οποία απέστειλε και ερώτημα στον Ι. Τέντε), όπως και την αντίδραση του τότε προέδρου της Αρχής Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, Χρ. Γεραρή.
Όμως στη γνωμοδότησή του, ο κ. Τέντες επανέλαβε τις θέσεις του προκατόχου του. Υπογράμμιζε μεταξύ των άλλων ότι για την επικοινωνία μέσω Internet «δεν συντρέχει δικαιολογητικός λόγος προστασίας του απορρήτου» στις περιπτώσεις που αναρτούν υβριστικά, απειλητικά ή εκβιαστικά δημοσιεύματα.
Στην τρίτη κατά σειρά γνωμοδότηση, ο κ. Κατσιρώδης, τονίζει ότι οι δύο γνωμοδοτήσεις του κ. Σανιδά και του κ. Τέντε καταλήγουν συμπερασματικά ότι «οι αρμόδιες δικαστικές αρχές (εισαγγελικές, προανακριτικές, ανακριτικές κ.τ.λ.) μπορούν να ζητούν από τους παρόχους υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών να τους γνωρίσουν τα στοιχεία εντοπισμού των προσώπων που τελούν διάφορα εγκλήματα (εκβίαση, δυσφήμηση, απειλή, εξύβριση κ.τ.λ.) με κακόβουλες κλήσεις ή μηνύματα ή μέσω Διαδικτύου, χωρίς να τηρούν την προβλεπόμενη διαδικασία άρσεως του απορρήτου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου